Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

Χρόνια πολλά σε όλες και όλους

Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2010

ΙΚΤΙΝΟΣ ΑΠΩΛΕΣΘΗ. ΑΝΕΥΡΕΘΗ ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ. ΑΝΑΖΗΤΕΙΤΑΙ ΠΕΡΙΚΛΗΣ

Πρόγραμμα ‘Καλλικράτης’ - Τέσσερα συν Ένα Μυστήρια της Αυτοδιοίκησης

---------------------------------------------------------------------------------

Του Γιώργου Ι. Συνεφάκη

Αρχιτέκτονα – Πολεοδόμου, Πανεπιστημιακού του Α.Π.Θ.

Προέδρου του Συλλόγου Λιβαδιωτών Θεσσαλονίκης ‘Ο Γεωργάκης Ολύμπιος’

---------------------------------------------------------------------------------

‘Αλλάξτε τα πάντα για να μην αλλάξει τίποτε’

Από το μυθιστόρημα (1958) ‘Ο Γατόπαρδος’ του Τζιουζέπε Τομάσι ντι Λαμπεντούζα, που ενέπνευσε και την ομώνυμη ταινία (1963) του Λουκίνο Βισκόντι - 1ο βραβείο Χρυσού Φοίνικα στο φεστιβάλ των Καννών

Α. Μυστήριο 1ο: Το Μυστήριον της Βαπτίσεως

Από την πρώτη ώρα που από τους κυβερνητικούς νονούς δόθηκε στο πρόγραμμα της νέας διοικητικής μεταρρύθμισης της χώρας το όνομα ‘Καλλικράτης’ και όχι το αναμενόμενο ‘Καποδίστριας 2’, δημιούργησε στον γράφοντα, πέραν από την αρχική έκπληξη, περίεργους συνειρμούς. Ο ‘Καποδίστριας’ του 1998 (πάλι επί κυβερνήσεως του ιδίου κόμματος που κυβερνά και σήμερα), ο νόμος που δημιούργησε τον Δήμο Λιβαδίου με τη συνένωση των τότε Κοινοτήτων Λιβαδίου και Δολίχης, πήρε το όνομα από τον 1ο κυβερνήτη της Ελλάδας, ο οποίος από το 1827 έως το 1831 που δολοφονήθηκε, προσπάθησε να οργανώσει διοικητικά τη χώρα και την τότε κρατική μηχανή. Επομένως η επιλογή του ονόματός του για το πρόγραμμα της διοικητικής μεταρρύθμισης της Ελλάδας, είχε μία σημειολογική συνέπεια, κατανοητή από όλους τους πολίτες, μια που ο τίτλος ήταν απολύτως συναφής με το αντικείμενο.

Η ολική απόρριψη του ονόματος του Καποδίστρια για τον νέο νόμο και η βάφτισή του με το όνομα ‘Καλλικράτης’, έχει προφανώς την έννοια της οριστικής αποκοπής από το παρελθόν και αν κρίνουμε από το περιεχόμενο και τις αλλαγές που επιφέρει στο χάρτη της χώρας, όντως δεν έχει σχέση με εξελικτική μεταρρύθμιση αλλά με βαθειά τομή ή ανατροπή. Συνεπής επομένως και η αλλαγή του ονόματος. Γιατί όμως όνομα αρχιτέκτονα και γιατί το Καλλικράτης;

Ο νόμος 3852/2010 (Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης - Πρόγραμμα Καλλικράτης) ισχυρίζεται ότι ‘δημιουργεί τη νέα αρχιτεκτονική της χώρας’, εξ ού και το όνομα ενός αρχιτέκτονα της αρχαιότητας. Ο γράφων καταθέτει την πλήρη και έντονη διαφωνία του για την αδόκιμη χρήση του όρου ‘αρχιτεκτονική’, αν και τελευταία πολλοί την θεωρούν της μόδας και τη χρησιμοποιούν αβασάνιστα και απερίσκεπτα στη θέση της έννοιας ‘δομή’, προς δόξαν της ασάφειας των εννοιών και της δήθεν κομψότητας του λόγου.

Συνοπτικά και κατ’ οικονομίαν, σημειώνεται ότι αρχιτεκτονική είναι η επιστήμη του σχεδιασμού κτιρίων και οικιστικών συνόλων, είναι μια επιστήμη των υλικών και των τεχνικών, συνθέτει με γεωμετρικές χαράξεις υλικά σε μορφές και όγκους. Είναι η τέχνη και η επιστήμη του σχεδιασμού και της υλοποίησης δομών και υποδομών, με βασικές παραμέτρους τη λειτουργικότητα, την αισθητική και τη σταθερότητά τους. Προφανώς η έννοια είναι τελείως άσχετη με τη διαμόρφωση ενός νέου πολιτικού και διοικητικού χάρτη.

Η διοικητική διαίρεση μίας χώρας αφορά ανθρώπους, κοινωνικές δομές, παραγωγικές σχέσεις και οικονομίες. Σχετίζεται κυρίως με την πολιτική και τη γεωγραφία. Αναφέρεται σε δυναμικά πληθυσμιακά σύνολα που συγκροτούνται και οργανώνονται επάνω σε συγκεκριμένα χωρικά σημεία και τόπους, μετασχηματίζουν το περιβάλλον σε μία προσπάθεια για καλύτερη διαβίωσή τους, δημιουργούν διαλεκτικά κοινωνικές, οικονομικές και ταξικές σχέσεις και εξαρτήσεις, εν ολίγοις δημιουργούν ιστορία. Ουδεμία σχέση έχει με την αρχιτεκτονική, αλλά με μία ζώσα κοινωνία, τη διοικητική της δομή και τα αυτοδιοικητικά υποσύνολά της.

Έστω όμως η αδόκιμη και μεταμοντέρνα χρήση του όρου αρχιτεκτονική. Γιατί όμως ειδικά Καλλικράτης; Ο πλέον διάσημος αρχιτέκτων της εποχής εκείνης ήταν ο Ικτίνος, ο σχεδιαστής και δημιουργός του Παρθενώνα. Γιατί όχι Ικτίνος επομένως, που είναι και ιστορικά πιο ‘αναγνωρίσιμος’, ακόμη και με τους όρους του σύγχρονου μάρκετινγκ;

Με το όνομα Καλλικράτης είναι γνωστές δύο κυρίως προσωπικότητες της Αρχαίας Ελλάδας.

1. Ο γνωστός αρχιτέκτονας, συνεργάτης του Ικτίνου και μεγαλοεργολάβος της εποχής, ο οποίος εργάστηκε σε τέσσερα μεγάλα έργα της αρχαίας Αθήνας, σύμφωνα με αναφορές του Πλούταρχου: Στα Μακρά Τείχη της πόλης (460-450 π.Χ.) -το βασικό του έργο-, στην επιδιόρθωση τμήματος των περιφερειακών τειχών των Αθηνών, στην ανοικοδόμηση του ναού της Απτέρου Νίκης στην Ακρόπολη το 448 π.Χ. και τέλος, συνεργάστηκε με τον Ικτίνο για την ανέγερση του Παρθενώνα. Κατά τον αρχαιολόγο Καρούζο, ο Καλλικράτης ‘φαίνεται όμως ότι μάλλον ως εργολάβος μετείχε των εργασιών τούτων, διότι ουδεμίαν δυνάμεθα να διακρίνωμεν επίδρασίν του επί της καλλιτεχνικής διαμορφώσεως του Παρθενώνος, η οποία φαίνεται ούσα αποκλειστικόν έργον του Ικτίνου’.

2. Ο στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας, ο οποίος έμεινε γνωστός για τη ρωμαιοδουλεία του, την κατάδοση των 1.000 σημαντικότερων Αχαιών συμπολιτών του που εξορίστηκαν και γενικά για τις πράξεις του που οδήγησαν στην αποδυνάμωση της πατρίδας του και την υποδούλωσή της στους Ρωμαίους φίλους του το 146 π.Χ. Ο Παυσανίας τον χαρακτηρίζει ως τον ‘κακό δαίμονα όλης της Ελλάδας’.

Οι ανάδοχοι του σχεδίου, προφανώς υιοθέτησαν για το πρόγραμμα το όνομα του αρχιτέκτονα-εργολάβου της εποχής και όχι του ρωμαιόδουλου στρατηγού, διότι εμπνεύστηκαν την ονοματοδοσία από την τέλεια σύλληψη της αρχιτεκτονικής των ναών της Ακρόπολης. Αλλά γιατί δεν υιοθέτησαν το όνομα του διάσημου Ικτίνου, του βασικού αρχιτέκτονα; Ατολμία; Σεμνότητα; Αποφυγή του πομπώδους; Επίγνωση του υπερφίαλου; Καλλικράτης λοιπόν, όνομα αρχαιοπρεπές, λιγότερο γνωστό άρα και λιγότερο εμφαντικό, πιο ισορροπημένο και ‘πιασιάρικο’, που παραπέμπει και ετυμολογικά στο ‘Κάλλος του Κράτους’ ή στον ‘Καλό Ηγεμόνα’. Ο μέγας Ικτίνος τη γλύτωσε. Η όξινη ειρωνεία και ο παρωχημένος σαρκασμός του γράφοντος, γνωστού για τις παθιασμένες του έρευνες προς ανεύρεση ψύλλων στα άχυρα, δεν αρκούν για να τεκμηριώσουν το εάν επηρέασε τους θεσμικούς νονούς η ιδιότητα του Καλλικράτη ως εργολάβου δημοσίων έργων, πράγμα που αντίκειται θεωρητικά στη σοσιαλιστική ιδεολογία των κυβερνώντων, εμφανώς διάχυτη στην τρέχουσα επικαιρότητα και αισθητότατη στο πετσί των πολιτών. ΟΙ κυβερνητικοί επικοινωνιακοί μάνατζερ κάνουν πάντως καλά τη δουλειά τους και δεν θα κατηγορηθούν για ανεπάρκεια. Κάνουν μία σοφή χρήση, έστω και ανιστόρητα, αξιοποιώντας ονοματολογικά προς ίδιον κυβερνητικόν όφελος την ιστορία.

Κατά την ταπεινή γνώμη του γράφοντος, το σχέδιο θα έπρεπε να ονομαστεί ‘Πρόγραμμα Σόλων’, διότι ο Σόλων, ένας από τους επτά Σοφούς της αρχαιότητας, είχε επιφέρει μία πραγματική και ριζική αναδιοργάνωση του τότε αθηναϊκού κράτους. Αλλά παράλληλα είχε επιβάλει και το νόμο της ‘σεισάχθειας’, δηλαδή τη νομοθεσία που έσβηνε τα χρέη, καταργούσε όλες τις τοκογλυφικές κτηματικές υποθήκες που είχαν δημιουργηθεί με προηγούμενα δάνεια, απαγόρευε το ‘επί τοις σώμασι δανείζειν’, δηλαδή το δικαίωμα του δανειστή κάποιου ποσού, να κάνει δούλο του τον δανειζόμενο, εάν δεν του επέστρεφε στον καθορισμένο χρόνο το δάνειο. Ελευθέρωνε επίσης όσους είχαν ήδη γίνει δούλοι εξ αιτίας των χρεών τους. Επιπλέον, ο Σόλων, με άλλους νόμους, επέβαλε βαρύτατη φορολογία στους έχοντες και κατέχοντες της εποχής, ενώ δεν περιέκοψε μισθούς και συντάξεις των μισθωτών και συνταξιούχων, δίνοντας ένα φωτεινό παράδειγμα στους σημερινούς κυβερνώντες μας, οι οποίοι κάνουν ακριβώς τα ίδια.

Δεύτερη εναλλακτική πρόταση ως προς το όνομα του προγράμματος, θα μπορούσε να είναι το ‘Κλεισθένης’, από τον Αθηναίο πολιτικό του 6ου αιώνα π.Χ., ο οποίος έθεσε τις βάσεις για τη δημοκρατική μεταρρύθμιση της Αθήνας. Ο Κλεισθένης οργάνωσε τους Αθηναίους σε δέκα φυλές με δέκα Δήμους η καθεμία και φρόντισε σε κάθε φυλή να ανήκουν πολίτες από διάφορες περιοχές της Αττικής. Έτσι οι πλούσιοι ευγενείς, αναμιγνυόμενοι με τους υπόλοιπους πολίτες, έπαψαν να κυβερνούν μονοπωλιακά. Αντικατέστησε επίσης τη βουλή των 400 του Σόλωνα από νέα βουλή με 500 βουλευτές μονοετούς θητείας, που προέκυπταν με κλήρο -50 από κάθε φυλή-, ώστε όλοι οι πολίτες να έχουν πιθανότητα να γίνουν κάποτε βουλευτές. Ο Κλεισθένης έδωσε όλη την εξουσία στην εκκλησία του Δήμου, από την οποία εκλέγονταν οι δέκα στρατηγοί που διοικούσαν όχι μόνο το στρατό, αλλά και το ίδιο το κράτος. Επίσης ο Κλεισθένης καθιέρωσε τον οστρακισμό, όπου κάθε πολίτης έγραφε πάνω σε ένα κομμάτι από σπασμένο αγγείο (όστρακο) το όνομα του πολιτικού που θεωρούσε ως τον πιο επικίνδυνο για τη δημοκρατία. Όποιου το όνομα συγκέντρωνε πάνω από 6.000 όστρακα, εξορίζονταν για 10 χρόνια (ή έννοια της παραγραφής με το κλείσιμο της βουλής δεν είχε επινοηθεί ακόμη από τους αφελείς Αθηναίους της εποχής). Έτσι γεννήθηκε στην Αθήνα η δημοκρατία και έτσι έπαψαν -όπως και σήμερα εξ άλλου- η συγγένεια, η καταγωγή και τα τζάκια να παίζουν ρόλο στην πολιτική ζωή της. Με το μέτρο αυτό ο Κλεισθένης -κατά τον Αριστοτέλη- ‘έδωσε την πολιτεία στον λαό’.

Είναι προφανές ότι τέτοια ονόματα θα ήταν άκρως γοητευτικά για το τουλάχιστον 99% των κατοίκων της χώρας μας, αλλά επίσης εξόχως απεχθή για το υπόλοιπο 1% που αποτελεί και την καθεστηκυία της τάξη, καθώς επίσης και για τις διάφορες τρόϊκες που μας ενέσκηψαν προσφάτως. Ο γράφων κατανοεί ότι κινείται σε επικίνδυνες ατραπούς, σύμφωνα με τα σημερινά γεωπολιτικά και οικονομικά τεκταινόμενα στη χώρα μας. Κινδυνεύει να δημιουργήσει στους αναγνώστες του άρθρου περίεργους συνειρμούς και να κατηγορηθεί για εγκλήματα ιδιαζόντως ειδεχθή, όπως αναμόχλευση των παθών του κοινού περί δικαίου αισθήματος και ανατροπή των εννοιών του ισχύοντος -κατά τέως υπουργό- νομίμου και ηθικού. Αυτά είναι πράγματα ανεπίτρεπτα, σε μία εποχή τραπεζοκυριαρχίας, μνημονίων, ΔΝΤ, τρόϊκας και σύγχρονου Τρωϊκού Πολέμου, εκχώρησης εθνικής κυριαρχίας, αλλά και παθητικότητας, εξουθένωσης, νέας φτώχειας και μοιρολατρίας.

Καλλικράτης λοιπόν και πάλι Καλλικράτης, αρχιτέκτων αλλά και εργολάβος δημοσίων έργων, για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο. Εξ άλλου, σύμφωνα με τον τέως υπουργό ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. κο Σουφλιά, ‘Οι εργολάβοι είναι οι νέοι ευεργέτες της Ελλάδας’ (Νοέμβριος 2008).

Β. Μυστήριο 2ο: Το Μυστήριον του Γάμου

Το σχέδιο ‘Καλλικράτης’ λοιπόν, επέβαλε την αναγκαστική συνένωση Δήμων (και κάποιων Κοινοτήτων που είχαν καταφέρει να αποσκιρτήσουν από τον Καποδίστρια) και από 1.033 τους έκανε 325, με παράλληλη κατάργηση των 54 Νομαρχιών, τη θέσπιση 13 Περιφερειών, όπου πλέον οι εκπρόσωποι θα είναι αιρετοί, αλλά και τη θεσμοθέτηση 7 Γενικών Διευθύνσεων, με διορισμένους -για να μην ξεχνιόμαστε- κυβερνητικούς διευθυντές ως υπερεπόπτες. Τα 12 χρόνια ζωής του τεθνεώτος Καποδίστρια, ήταν πιθανόν λίγα για να αξιολογήσει κανείς πλήρως τα αποτελέσματά του, αλλά ίσως και πολλά για να μην παρέμβει η κεντρική εξουσία για να διορθώσει τις στρεβλώσεις, τις ανεπάρκειες, τις δυσλειτουργίες, τους διαβλητούς και αμφιλεγόμενους τρόπους διοίκησης και διαχείρισης που εμφανίστηκαν κατά τη 12ετία. Ωστόσο, με τον θάνατο του Καποδίστρια, η συζήτηση επ’ αυτού έχει πλέον μόνο φιλολογικό ενδιαφέρον.

Εις πολιτικού γάμου διοικητικήν κοινωνίαν ‘Καλλικρατικώς’ λοιπόν, χωρίς έρωτες, συνοικέσια, προξενήτρες και κουμπάρους, αλλά κατ’ εντολήν και επιβολήν άνωθεν. Πόλεις και χωριά ανά την επικράτεια παντρεύτηκαν, αναγκαστικές συνενώσεις και συγχωνεύσεις νομοθετήθηκαν, επαναπροσδιορισμός των ορίων και νέα διοικητική τάξη πραγμάτων επιβλήθηκε. Ο υποφαινόμενος δεν ήταν ούτε και είναι, κατ’ αρχάς και κατ’ αρχήν κατά του γάμου (πώς θα τολμούσε άλλωστε ως παντρεμένος;), ούτε και αρνητικός σε τέτοιες μορφές τομών και ρήξεων με το διοικητικό παρελθόν του Καποδίστρια, κάθε άλλο μάλιστα. Απλώς υπενθυμίζει ότι αιτία του διαζυγίου είναι ο γάμος, πόσω μάλλον ο γάμος δίχως συναίνεση μεταξύ γαμπρού και νύφης. Ο Καποδίστριας ως αρχή, ήταν ιστορικά αναγκαίος και ώριμος, αλλά το τελικό αποτέλεσμα του 1998 ήταν κατά κόρον προϊόν μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων (εδώ μπορούν να αναφερθούν άπειρα παραδείγματα), παρά προϊόν διοικητικού εξορθολογισμού και εκσυγχρονισμού. Ακραία και εξόφθαλμα παραδείγματα αποτελούν επίσης οι ετεροχρονισμένες ‘επανακοινοτικοποιήσεις’ του Ζουράρειου Βραχασίου της Κρήτης και της ‘δικής μας’ Τσαριτσάνης, άμα τη αναλήψει της νέας κυβέρνησης το 2004.

Το Λιβάδι, σχετικά με τον Καποδίστρια, έπιασε εξ όνυχος τον λέοντα, ‘την έβγαλε καθαρή’ κατά το λαϊκώς λεγόμενο. Έγινε επιτέλους Δήμος (δεν τα κατάφερε με το παλαιό καθεστώς ως ιστορικός τόπος, μάλλον από χαλαρότητα και αδιαφορία), έδωσε το όνομά του στον νέο Δήμο και συνενώθηκε μόνο με τη Δολίχη, ιστορικά συμπληρωματικό και παραπληρωματικό του οικισμό, διατηρώντας έτσι μία διοικητική αυτονομία στη νέα πραγματικότητα του 1998-99. Ο γράφων δεν θα ήθελε να εμβαθύνει στο κατά πόσο το Λιβάδι αξιοποίησε ή όχι αυτή την αυτονομία. Επιγραμματικά μόνον θα αναφέρει, ότι κατά την ταπεινή του γνώμη, εν πολλοίς ‘Αφού το Λιβάδι έβρασε στο ζουμί του, αναπαύθηκε νωχελικά στις ένδοξες δάφνες της ιστορικής του εσωστρέφειας’.

Ο υποφαινόμενος (ως αρχιτέκτων-πολεοδόμος που διδάσκει αστικό σχεδιασμό και πολεοδομία στο Α.Π.Θ.), έχει την άποψη ότι τα νέα χαρασσόμενα αυτοδιοικητικά όρια, θα πρέπει συνοπτικά να διέπονται από κάποιες βασικές λογικές, όπως η σχετική παραγωγική ομοιογένεια, τα κοινά ιστορικά χαρακτηριστικά, οι εξαρτήσεις από διοικητικά κέντρα μεγαλύτερου βαθμού, καθώς επίσης και η αξιολόγηση των κοινωνικών εξοπλισμών και των υπαρχουσών υποδομών, ώστε να αυξηθεί η εμβέλεια των εξυπηρετήσεων και της ποιότητας ζωής των κατοίκων. Δεν έχει καμία αντίρρηση για δομικές ανατροπές και αναγκαστικές συμβιώσεις, στο βαθμό που ισχύουν τουλάχιστον αυτά τα τέσσερα κριτήρια.

Η επικράτηση γενικευμένων κριτηρίων κατά τη δημιουργία του νέου χωροταξικού σχεδιασμού των νέων δήμων, δεν μπορεί πάντως να παραγνωρίζει, πέραν των προαναφερθέντων κριτηρίων, τις επιμέρους ιδιαιτερότητες και τις τοπικές συνθήκες. Ο σχεδιασμός των νέων ανθρωπογεωγραφικών ενοτήτων πρέπει να εξετάζει και κριτήρια που αφορούν τη μοναδικότητα ορισμένων Δήμων και Κοινοτήτων, την ορεινότητα των Δήμων, να αξιοποιήσει τις εμπειρίες των παλαιότερων σχεδιασμών για να αποφευχθούν συνενώσεις, που θα υπαγορεύονται από κριτήρια που θα διέπονται, είτε από στεγνή τεχνοκρατική ακαμψία, είτε από μικροπολιτικές και καιροσκοπικές λογικές.

Κατά γενική ομολογία, η τάση που επικράτησε στην κυβερνητική λογική της αναδιάταξης του αυτοδιοικητικού χώρου, δεν ήταν τόσο η ορθολογικότερη οργάνωσή του, όσο η περιστολή και περικοπή των δαπανών που διατίθεντο στην Τ.Α., τόσο σε επίπεδο ανελαστικών εξόδων (μισθοδοσίες κλπ.), όσο και λοιπών μορφών χρηματοδοτήσεων αμφιβόλου αποτελεσματικότητας, καθώς και η συρρίκνωση της σπατάλης που συντελείται σε πολλές περιπτώσεις από υπερτιμολογημένα τοπικά έργα και εκδηλώσεις βιτρίνας (ο επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης διαπίστωσε όργιο διαφθοράς στους ΟΤΑ, τη μεγαλύτερη σε ποσοστά στη χώρα). Ο αριθμός των νέων δήμων -που ξεκίνησε από τους 370 του νομοσχεδίου και κατέληξε στους 325 τελικά-, δεν προέκυψε ως αποτέλεσμα ορθολογικού σχεδιασμού, αλλά ετέθη εξ αρχής ως στόχος και επ’ αυτού συμπιέστηκαν και προσαρμόστηκαν τα νέα αυτοδιοικητικά όρια. Φυσικά έπαιξε ρόλο και η φιλοσοφία της μικροπολιτικής σκοπιμότητας, μια που επίκειται η αλλαγή του εκλογικού νόμου με τις μονοεδρικές και επομένως η δημιουργία αυτοδιοικητικών ενοτήτων με συγκριτικά πλεονεκτήματα για το κυβερνών κόμμα. Ο υποφαινόμενος ήταν αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυς σε συζητήσεις τοπικών ταγών για τη νέα οργάνωση σε περιοχή της Β’ περιφέρειας Θεσσαλονίκης, όπου εντυπωσιάστηκε από το πολιτικό πινγκ-πονγκ για την ένταξη ενός σημερινού Δήμου -ήταν το μπαλάκι-, σε έναν νέο Καλλικρατικό, όπου τα εκλογικά αποτελέσματα του 2009 έπαιξαν το βασικό ρόλο τελικά στην ένταξή του.

Η λογική του ‘Καλλικράτη’ είναι κυρίως οικονομικού, αν όχι ‘οικονομίστικου’ χαρακτήρα, παρά τα πομπώδη λόγια περί νέας Αρχιτεκτονικής της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Η νέα περιφερειακή και αυτοδιοικητική δομή της χώρας, θα έπρεπε να προκύψει a posteriori και όχι a priori, ως προϊόν ενός σοβαρού, υπεύθυνου και κοινά αποδεκτού Χωροταξικού Προγραμματισμού και Σχεδιασμού, δηλαδή επιγραμματικά ενός σχεδίου για την κατανομή, διάρθρωση και ανάπτυξη των φυσικών πόρων, των οικονομικών, κοινωνικών, πολιτιστικών και δημογραφικών δεδομένων, δραστηριοτήτων και λειτουργιών και την εφαρμογή των προγραμμάτων ανάπτυξης στη χώρα. Δυστυχώς αυτός ο Εθνικός Χωροταξικός Σχεδιασμός είναι ουσιαστικά ανύπαρκτος σήμερα, παρά τις τυπικές γενικολογίες ενός εν αδρανεία νόμου του 2008 (τον οποίο στηλίτευε τότε ο νυν υπουργός Οικονομίας).

Ο υποφαινόμενος, ως αθεράπευτα ουτοπιστής, ομολογεί ότι θα προτιμούσε να είχε προηγηθεί η ανασύνταξη και τελικά η σύνταξη του Εθνικού Χωροταξικού Σχεδιασμού με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συναίνεση και μετά να ακολουθήσει ο Καλλικράτης. Στο μεταξύ και για όσο χρόνο θα απαιτούσε μια τέτοια μεγάλη προσπάθεια, ας μειώνονταν κατά 68,54%, δηλαδή στο 31,46% των σημερινών (κατ’ αναλογία 325/1.034) οι μισθοί, αντιμισθίες, αμοιβές επιτροπών, έξοδα παραστάσεων και ταξιδίων, άλλοι ευγενείς μόχθοι και λοιπά δημοκρατικά κονδύλια των ανά την επικράτεια τοπικών αρχόντων, των επιτροπών τους και των οργανισμών τους, ώστε με την ίδια οικονομία να είχαμε επιστημονικότερα και ορθολογικότερα αποτελέσματα.

‘Μας κυβερνάνε άδοξα γενιές πολυτεχνείου, που αφού εξαργυρώσανε νειάτα του μεγαλείου,

τώρα με γλώσσα ξύλινη, συνέργειες κι οσμώσεις, συναίνεση στη λιανική πουλάνε πιά με δόσεις’

(Βίκτωρ-Ιωάννης Νεφέλης - 15σύλλαβο καρίκωμα μιάς ανιαρής ζωής)

Έχει ενδιαφέρον ωστόσο να δει κανείς κάποια συγκριτικά στοιχεία ως προς τη σχέση ΟΤΑ και πληθυσμού με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μια που διαρκώς επικαλούνται την Ευρώπη για ό,τι τους βολεύει, ώστε να έχει μία γενικότερη εικόνα του τι συμβαίνει αλλού και εδώ. Συγκεκριμένα :

· Γαλλία : Πληθυσμός περί τα 63.100.000 - Δήμοι 36.684 – Μ.Ο. 1.720 κάτοικοι/Δήμο. Το 95% των Δήμων έχει πληθυσμό κάτω των 5.000 κατοίκων.

· Ισπανία : Πληθυσμός περί τα 44.000.000 - Δήμοι 8.110 – Μ.Ο. 5.430 κάτοικοι/Δήμο. Το 85% των Δήμων έχει πληθυσμό κάτω των 5.000 κατοίκων

· Γερμανία : Πληθυσμός περί τα 83.200.000 - Δήμοι 12.431 – Μ.Ο. 6.690 κάτοικοι/Δήμο. Το 75% των δήμων έχει πληθυσμό κάτω των 5.000 κατοίκων

· Ιταλία : Πληθυσμός περί τα 59.000.000 - Δήμοι 8.101 – Μ.Ο. 7.270 κατ/Δήμο. Το 71% των δήμων έχει πληθυσμό κάτω των 5.000 κατοίκων

· Φινλανδία : Πληθυσμός περί τα 5.400.000 - Δήμοι 416 – Μ.Ο. 12.660 κατ/Δήμο. Το 50% των δήμων έχει πληθυσμό κάτω των 5.000 κατοίκων

· Ευρώπη των 15 της Ευρωζώνης : Πληθυσμός περί τα 380.000.000 - Δήμοι 73.012 – Μ.Ο. 5.200 κάτοικοι/Δήμο

· Ευρώπη των 25 : Πληθυσμός περί τα 455.800.000 - Μ.Ο. 5.100 κάτοικοι/Δήμο

· Ελλάδα 2010 : Πληθυσμός περί τα 11.000.000 - Σημερινοί ΟΤΑ 1.034 - Μ.Ο. 10.638 κάτοικοι/Δήμο

· Ελλάδα 2011 : Πληθυσμός περί τα 11.000.000 - Καλλικρατικοί ΟΤΑ 325 - Μ.Ο. 33.850 κάτοικοι / Δήμο

Να σημειωθεί ότι υπάρχουν χώρες, οι οποίες περιόρισαν κατά τις ελληνικές αναλογίες τον αριθμό των ΟΤΑ και μετά από 20 χρόνια εφαρμογής του εγχειρήματος, επανέρχονται σκέψεις επαναφοράς στον προηγούμενο σχεδιασμό.

Είναι εμφανές λοιπόν ότι το ζήτημα του αριθμού των ΟΤΑ δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με την πληθυσμιακά ποσοτική διάσταση του θέματος, αλλά με την συγκεντρωτική ή αποκεντρωτική λογική που διέπει τη λειτουργία κάθε κράτους, δηλαδή με την κατά το δυνατόν ισομεγέθη ποιοτικά αναπτυξιακή προοπτική και την παροχή υπηρεσιών προς τον κάθε πολίτη της χώρας. Έχει σχέση με την κατανομή των οικονομικών πόρων, κατά πόσον και σε ποιό ποσοστό παραμένουν στον τόπο παραγωγής του πλούτου ή αφαιμάσσονται από την κεντρική διοίκηση και επιστρέφουν υποκειμενικά, με τη μορφή μικροπολιτικών εξυπηρετήσεων. Η Ελλάδα διαθέτει το 3,3% του ΑΕΠ για την αυτοδιοίκηση, ποσό που απέχει παρασάγγες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι στο το 12%, ενώ το σύνολο των χρημάτων που διατίθεται ανά κάτοικο είναι επίσης υποπολλαπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (500 € στην Ελλάδα, 3.000 € στην Ευρώπη). Ωστόσο το ζήτημα έχει σχέση και με την επάρκεια ή μη των εκλεγμένων τοπικών αρχόντων, τη συμμετοχική δημοκρατία που αυτοί εφαρμόζουν, τη χρηστή ή μη διοίκηση που ασκούν, καθώς και τον έλεγχο που υφίστανται από τους πολίτες.

Ο νέος νόμος ‘Καλλικράτης’, επιφέρει μία εκ βάθρων διοικητική αναδιάταξη -μάλλον δομική ανατροπή-στην επαρχία Ελασσόνας, μία επαρχία μεγαλύτερη σε έκταση και πληθυσμό από 8 Νομούς της Ελλάδας (1.708 τετραγωνικά χιλιόμετρα) και με συνολικό πληθυσμό -σύμφωνα με την απογραφή του 2001- 37.264 κατοίκους (35.143 μονίμους). Η μορφολογία του εδάφους της επαρχίας είναι ορεινή κατά 78%, λόγω της κυριαρχίας του δυτικού Ολύμπου και πεδινή κατά 22%. Ο Καλλικράτης λοιπόν αποφάσισε να ταυτίσει τα μέχρι πρότινος όρια της επαρχίας Ελασσόνας με τα όρια του νέου Δήμου Ελασσόνας, δημιουργώντας ταυτόχρονα έναν από τους μεγαλύτερους, αν όχι το μεγαλύτερο σε έκταση Δήμο της χώρας. Ο νόμος επέβαλε μία ενοποίηση 6 Δήμων και 3 Κοινοτήτων, δηλαδή 58 οικισμών συνολικά, ένα εκπληκτικό σε σύλληψη πληθυσμιακό σύμπλεγμα, χωροθετημένο σε γεωφυσικό ανάγλυφο από τα 150 μ. υψόμετρο έως τα 1.160 επάνω στον Όλυμπο, ανομοιογενές κοινωνικά και με τελείως χαλαρή σχέση μεταξύ τους σε κάθε επίπεδο. Παραγωγικά υπάρχει μια σχετική συνάφεια, ως προς την πρωτογενή παραγωγή, αλλά με σαφή διαφοροποίηση της γεωργίας στα πεδινά και της κτηνοτροφίας στα ορεινά. Περί τους 25.635 κάτοικοι (το 69,26%) ζουν σε μέσο υψόμετρο 376,33 μέτρων, δηλαδή σε πεδινό χώρο, ενώ οι υπόλοιποι 11.376 (30,74%) ζούν σε υψόμετρο 865,38 μέτρων, πολύ επάνω από το όριο των 600 μέτρων που θεσμικά χαρακτηρίζει τις ορεινές περιοχές.

Το οδικό δίκτυο του νέου Δήμου, εδώ και δεκαετίες διαμορφωμένο με τις τότε προδιαγραφές, είναι οριακά λειτουργικό, σε κακή κατάσταση, με παρωχημένη χάραξη και συνάδει περισσότερο με ένα δίκτυο διαδρομών ανέμελου τουρισμού παρά με ένα δίκτυο που εξυπηρετεί τις όποιες παραγωγικές δομές της περιοχής. Η νυν επαρχία Ελασσόνας και από το 2011 ο νέος Δήμος Ελασσόνας, είναι από τις πλέον υποβαθμισμένες (πλην κάποιων τοπικών οάσεων) οικονομικά περιοχές της χώρας, έστω κι αν βρίσκεται χωροθετημένος σε μία από τις θεωρούμενες ως σχετικά πλούσιες περιφέρειες της χώρας (Θεσσαλία). Η νέα πρωτεύουσα του Δήμου, η Ελασσόνα, κέντρο 3ου οικιστικού επιπέδου σε επίπεδο υπηρεσιών και εξυπηρετήσεων (σε μία κλίμακα από 1 που είναι τα μητροπολιτικά κέντρα, έως 5 που είναι οι απλοί οικισμοί), έχει ως οικισμός περί τους 7.200 κατοίκους, 4η σε πληθυσμό στο σημερινό νομό Λαρίσης (το Λιβάδι ως οικισμός είναι 11ο) και βρίσκεται (και λόγω οδικού δικτύου) στη σκιά και στο περιθώριο όλων των αναπτυξιακών πρωτοβουλιών του τέως νομού Λαρίσης, πόσω μάλλον της περιφέρειας Θεσσαλίας. Με τη νέα διοικητική αναδιάταξη, θα κατοικείται από το 20% περίπου των κατοίκων του νέου Δήμου, ενώ το Λιβάδι θα είναι ο 4ος σε πληθυσμό οικισμός του νέου δήμου.

Γ. Μυστήριο 3ο: Το Μυστήριον της Εξομολογήσεως & Μετανοίας

‘Το φάρμακον της μετανοίας κατασκευάζεται πρώτον από καταγνώσεως των οικείων αμαρτημάτων’ (Μέγας Βασίλειος)

Κατά την περίοδο της δημόσιας διαβούλευσης για τη νέα διοικητική δομή της χώρας, μία περίοδο όπου η κεντρική εξουσία επιτρέπει (επιδιώκει κατ’ αυτήν) την κατάθεση της γνώμης των πολιτών και των φορέων, πριν προχωρήσει σε κάποια νομοθετήματα που κατά το μάλλον ή ήττον τα έχει προαποφασίσει, γράφτηκαν πολλά για το ζήτημα των συνενώσεων. Απαιτείται ιδιαίτερη αντοχή έως και ηρωισμός για να διαβάσει κανείς τον πρόλογο της εισηγητικής έκθεσης του υπουργείου Εσωτερικών, Διοίκησης, …….. κλπ. κλπ. και τις διάφορες πομπώδεις και αφόρητες ρητορείες που αυτή ευαγγελίζεται, όπως π.χ.: ‘Στόχος είναι η ανασυγκρότηση του κράτους που θα ανακτήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών και θα πείθει ότι μπορεί να διαχειριστεί έντιμα και αποτελεσματικά τα χρήματα του ελληνικού λαού και να διευκολύνει την παραγωγή και τη δίκαιη διανομή του πλούτου. Η Αυτοδιοίκηση, περιφερειακή και τοπική, εξοπλιζόμενη σε μια εξελικτική διαδικασία με τις αναγκαίες αρμοδιότητες και πόρους, συμβάλλει με υπευθυνότητα και διοικητική ικανότητα στην προώθηση των εθνικών στρατηγικών στόχων: την αλλαγή του αναπτυξιακού πρότυπου της χώρας στην κατεύθυνση της πράσινης ανάπτυξης, τη μεγαλύτερη δυνατή δημοκρατική νομιμοποίηση, τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας και διαφάνειας, μέσα από την αξιοποίηση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης αλλά και μέσα από οικονομίες κλίμακας και μείωση της σπατάλης, στοιχεία καθοριστικά για την αντιμετώπιση των μεγάλων δυσκολιών και προκλήσεων της εποχής μας’, καθώς και άλλα, ανάλογου συγκινησιακού στόμφου. Πολλοί φορείς κατέθεσαν τις απόψεις τους, άλλες συγκροτημένες και τεκμηριωμένες, άλλες ηρωικού περιεχομένου με αναφορές στους ενδόξους προγόνους. Επίσης έγιναν και κάποιες κινητοποιήσεις, με στόχο τη δημοσιοποίηση των απόψεων των τοπικών κοινωνιών, ορισμένες εκ των οποίων έπιασαν τόπο (π.χ. Σιάτιστα).

Το Λιβάδι δεν θα μπορούσε να μείνει έξω από αυτή την διαδικασία και μετά από συνέλευση, δημοσιοποίησε επιστολή και την απέστειλε στην κυβέρνηση, με αίτημα την παραμονή του ως αυτόνομου Δήμου, όπως είναι σήμερα. Φυσικά η προσπάθεια αυτή δεν είχε καμία τύχη και έμεινε ατελέσφορη, μη υπάρχοντος λιβαδιώτη ‘μπάρμπα στην Κορώνη’, ούτε ανάλογου Κ. Ζουράρι που να έλκει την καταγωγή από εδώ, ώστε να εξαιρέσει το Λιβάδι από τις επικείμενες συνενώσεις. Ο ισχυρός παράγοντας με λιβαδιώτικες ρίζες είναι αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και δεν διαμορφώνει πλέον καταστάσεις. Η Εγνατία οδός δεν περνάει από το Λιβάδι, ώστε να αποκλεισθεί από τους αγανακτισμένους κατοίκους, αν και δεν υπήρχε κατά τα φαινόμενα διάθεση για δυναμικές διεκδικήσεις. Οι αποφάσεις εξ άλλου ήταν ήδη ειλημμένες, οι ισχυρές νομαρχιακές και επαρχιακές οργανώσεις των μεγάλων κομμάτων είχαν ήδη γνωμοδοτήσει για τις συνενώσεις. Η διαβούλευση απέδειξε όλο το μεγαλείο των πραγματικών της χαρακτηριστικών, δηλαδή ως μίας επικοινωνιακού τύπου εικονικής συμμετοχικής διαδικασίας.

Ο υποφαινόμενος μελέτησε το κείμενο των φορέων του Λιβαδίου για την παραμονή του Δήμου ως έχει και το βρήκε αντικειμενικά πολύ αδύναμο. Η έμφαση στην ιστορία του τόπου δεν έχει κανένα νόημα, γιατί η διοικητική υπαγωγή σε ένα νέο Δήμο, φυσικά δεν στερεί ούτε την ιστορία, ούτε τον Γεωργάκη Ολύμπιο από το Λιβάδι. Τα επιχειρήματα περί υγιούς οικονομικά Δήμου και εύρωστης κτηνοτροφίας και γεωργίας, στο βαθμό που αληθεύουν (είναι πάντως κάτι που δεν είναι ιδιαιτέρως ορατό με γυμνό μάτι), δεν αποτελούν κριτήρια αυτονομίας, γιατί είναι συνάρτηση της εργατικότητας των κατοίκων και όχι της ενίσχυσης από την τοπική αυτοδιοίκηση, η οποία θα στερέψει δήθεν, μόλις συνενωθεί το Λιβάδι με την Ελασσόνα. Το κείμενο έχει τα χαρακτηριστικά των άσφαιρων πυρών, για την τιμή των όπλων και για τοπική κατανάλωση.

Το μόνο σημαντικό επιχείρημα που βρήκε ο γράφων, είναι η επίκληση για την ένταξη του Λιβαδίου στο άρθρο 53 του τότε νομοσχεδίου ‘Περί ορεινότητας - Προβλέψεις για τις ειδικές ανάγκες των ορεινών Δήμων’. Αυτό ήταν ισχυρό επιχείρημα, αλλά απαιτούσε και ανάλογη οργάνωση με όμορους και ομοειδείς Δήμους, ώστε όλοι μαζί να αποτελέσουν ένα πυρήνα με κάποια υπολογίσιμη πληθυσμιακή οντότητα, συμβατή με τις προθέσεις του νέου νόμου. Εξ άλλου, απαιτούσε φυσικά και ανάλογη πολιτική στήριξη, πράγμα που δεν μπορεί να επιτευχθεί με σπασμωδικές ενέργειες της τελευταίας στιγμής.

Ο υποφαινόμενος μελέτησε επίσης ένα μεταγενέστερο κείμενο, το οποίο δημοσιεύτηκε στην ‘ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ’ Λαρίσης, των δημάρχων Σαρανταπόρου, Ολύμπου, Λιβαδίου και κοινότητας Καρυάς (αναφέρεται αρχικά ο κος Γαλάνης αλλά δεν φαίνεται στο δημοσίευμα να το υπογράφει), οι οποίοι προτείνουν τη δημιουργία ενός 2ου Δήμου στην επαρχία Ελασσόνας, στη λογική της ορεινότητας .Πάντως αυτή η λύση δεν έτυχε ιδιαίτερης προβολής και υπεράσπισης από τους ενδιαφερομένους, εμφανίστηκε δε και αυτή ως μία ακόμη μπαταριά της τελευταίας στιγμής με άσφαιρα πυρά, για την τιμή πάλι αυτών των ένδοξων όπλων.

Ο γράφων εμβάθυνε λίγο στο θέμα, δεδομένου ότι, μετά από τις παροτρύνσεις και τις επισημάνσεις της εφημερίδας ‘Λιβάδι’ από πέρσι (κυρίως από την αρθρογραφία του ‘Πολίτη’), καθώς και τις παρεμβάσεις στη συνέλευση στο Ζάννειο των Θ. Καψάλη, Ν-Α. Καψάλη και του εκπροσώπου της Δολίχης κου Τσακνάκη, του είχε δημιουργηθεί μια σχετική περιέργεια για μελέτη εναλλακτικών λύσεων. Η άποψή του, την οποία και ασπάζονται έγκυρες προσωπικότητες της Θεσσαλονίκης, ήταν να ενταχθεί το Λιβάδι στην περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, μια που πέρα από την ιστορική του αναφορά και συνάφεια, ακόμη και ιδιοκτησιακά με την πιερική Μακεδονία και όχι μόνον, οι μεγαλύτερες λειτουργικές εξαρτήσεις του σήμερα είναι από την Κατερίνη και τη Θεσσαλονίκη, σχεδόν σε όλα τα επίπεδα. Ο υπουργός πάντως Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης….. κλπ. κλπ., ενώ κατήργησε τα νομαρχιακά σύνορα, απέκλεισε τις αλλαγές των περιφερειακών συνόρων, θεωρώντας ως θέσφατον τα υπάρχοντα. Μάλιστα απέρριψε και το αίτημα των παραθαλασσίων δήμων της νότιας Πιερίας και της βόρειας Λάρισας περί ενοποίησής τους, παρά την εμφανή γεωφυσική και λειτουργική τους ομοιογένεια, προς δόξαν μίας γραφειοκρατικής νοοτροπίας και μίας διαβουλευτικής επίφασης και μόνον.

Το θέμα του εναλλακτικού Δήμου Λιβαδίου-Σαρανταπόρου-Ολύμπου-Καρυάς, στο πλαίσιο των ορεινών δήμων, θα είχε μεγάλες ελπίδες επιτυχίας, εάν είχε δρομολογηθεί, μελετηθεί, τεκμηριωθεί και προβληθεί εγκαίρως η βιωσιμότητά του και η αναγκαιότητά του, ώστε να αποφευχθεί αφ’ ενός μεν ο επίφοβος αντιλειτουργικός γιγαντισμός του νέου Δήμου Ελασσόνας, αφ’ ετέρου δε να παλέψει με μεγαλύτερη ισχύ την αποφυγή της σκιάς των περιφερειακών θεσσαλικών ορίων.

Τα θεμέλιά μου στα βουνά και τα βουνά σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους και πάνω τους η μνήμη καίει άκαυτη βάτος (Οδυσσέας Ελύτης)

Μια μακροσκοπική διερεύνηση του ζητήματος, δείχνει ότι ένας τέτοιος Δήμος (με νέο όνομα, πιθανόν Άνω Περραιβία) θα είχε -στοιχεία 2001- 25 οικιστικές μονάδες, περί τους 11.500 κατοίκους, πληθυσμό ικανό για υποδομές 3ου επιπέδου και θα καταλάμβανε όλες τις παρυφές του δυτικού Ολύμπου και της οροσειράς του. Η περιοχή αυτή έχει κοινά ιστορικά, κοινωνικά και αναπτυξιακά χαρακτηριστικά, Διαθέτει σχετικά αξιοπρεπή σύνδεση μεταξύ των διάσπαρτων οικισμών, μη απαγορευτικές αποστάσεις μεταξύ τους και εμφανίζει μία σχετική λειτουργική συνοχή. Θα μπορούσε να σπάσει τις τοπικές εσωστρέφειες και να κάνει πιο συνεκτικές τις κοινωνίες των οικισμών, χωρίς την απειλή της αποξένωσης μέσα στον νέο αχανή Δήμο Ελασσόνας και τη διαφαινόμενη περιθωριοποίησή τους, πρωτογενώς δημοτική μέσα στο αχανές σχήμα των 58 οικισμών και δευτερογενώς (ή και αντιστρόφως) περιφερειακή. Θα μπορούσε να αναπτυχθεί με τη μορφή ενός πολυκεντρικού Δήμου, με αιχμές τους πληθυσμιακά ισχυρότερους οικισμούς του Λιβαδίου, του Σαρανταπόρου, της Καλλιθέας και της Καρυάς και να αποτελέσει ένα πρότυπο Δήμο γεωργοκτηνοτροφικό, με πολλά στοιχεία ανάπτυξης μεταποιητικών δραστηριοτήτων. Θα μπορούσε να αναπτύξει τον τουρισμό της, δικτυώνοντας, προστατεύοντας και αναδεικνύοντας καλύτερα τα μνημεία της και να συνενώσει τις δυνάμεις της με τρόπο συγκροτημένο και συστηματικό, λόγω της ομοιογένειας που εμφανίζει. Θα μπορούσε να είχε πετύχει το χαρακτηρισμό του ως ‘ορεινού’ Δήμου, υποχρεώνοντας στο κράτος να δώσει τα κίνητρα που προβλέπονται από το νόμο. Ίσως αυτό -η αποφυγή της απόδοσης των οικονομικών κινήτρων- να ήταν και ο λόγος της γιγαντιαίας συνένωσης σε ένα δήμο.

Το οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης που εφαρμόστηκε, μετά τη λήξη του 2ου παγκοσμίου καθώς και του εμφυλίου πολέμου, επέφερε μία κατ’ αρχήν ανατροπή της τότε υπάρχουσας σχετικά ισόρροπης πληθυσμιακής κατανομής στη χώρα μεταξύ αστικών κέντρων και περιφέρειας. Η μετανάστευση, πρώτα για πολιτικούς λόγους και κυρίως η μεταγενέστερη, για οικονομικούς λόγους, είχε ως αποτέλεσμα την ερήμωση της υπαίθρου και την έντονη αστικοποίηση των πόλεων, η οποία συνεχίζεται ακόμη και σήμερα, αφού στους οικονομικούς λόγους προσετέθη πλέον και η εγκατάλειψη της υπαίθρου από την κρατική μέριμνα, με την συνεπακόλουθη έλλειψη ή υπολειτουργία κάθε μορφής περιφερειακών κοινωνικών υποδομών.

Το Λιβάδι των 3.000 κατοίκων, ένας από τους κεντρικούς τόπους του ‘χαμένου στη μετάφραση’ υποθετικού πλέον ορεινού Δήμου, αποτελεί φωτεινή εξαίρεση, δεδομένου ότι περιόρισε κατά πολύ τους ρυθμούς της γενικευμένης αστικοποίησης, της λεγόμενης αστυφιλίας. Θα μπορούσε να αποτελέσει έναν ισχυρό πόλο στον υποτιθέμενο πολυκεντρικό -και ουτοπικό πλέον- νέο Δήμο. Είναι ιστορικός οικισμός (800 τουλάχιστον ετών), έχει διοικητικά μεγέθη που ξεπερνούν ακόμη και μεγάλες ημιαστικές ενότητες, βρίσκεται σε μία γεωγραφική θέση-σημείο σύγκλισης τριών νομών και τριών περιφερειών της χώρας, που το καθιστά ετεροβαρές προς κάθε μεγάλο αστικό περιφερειακό κέντρο ή πρωτεύουσα. Οι ιστορικές συνθήκες το υποχρέωσαν σε μία αυτο-οργάνωση εδώ και αιώνες, δομημένη πλέον νομοτελειακά στη νοοτροπία και τη λειτουργία των κατοίκων του οικισμού του. Ακόμη και μετά την ολοσχερή πυρπόληση του κτιριακού αποθέματος του οικισμού από τους Γερμανούς το 1943, οι κάτοικοι το ξαναέκτισαν, χωρίς ιδιαίτερη κρατική βοήθεια, σε αντίθεση με άλλους ομοιοπαθείς πληθυσμούς, οι οποίοι μετακινήθηκαν σύσσωμοι προς τα αστικά κέντρα και τους κάμπους, εγκαταλείποντας τις πατρογονικές εστίες τους.

H ένταξη του Λιβαδίου και της κοινωνίας του, ισχυροποιημένου από τη συνένωση σε Δήμο με άλλους όμορους και ομοιογενείς οικισμούς, θα μπορούσε να κινηθεί μέσα σε ένα ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον, του δευτερογενούς κυρίως τομέα (οικοτεχνικές, μικρές βιοτεχνικές μονάδες κλπ.), πράγμα που εμποδίστηκε από τις αγκυλώσεις της κεντρικής διοίκησης, τη χαλαρότητα ή και τη νωθρότητα της τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και της κοινωνίας. Παρ’ όλα αυτά η τοπική κοινωνία δείχνει κάποια σημεία ανάκαμψης, αργά αλλά σταθερά, προς τη σωστή κατεύθυνση, όπως ο νέος γαλακτοκομικός συνεταιρισμός. Συγκρατεί τον πληθυσμό της, έχει έναν συμπαγή αστικό πληθυσμό και στην ουσία αποτελεί μία αυτοδιοικητική νησίδα, η οποία ουδόλως συνάδει με γραφειοκρατικού τύπου συνενώσεις σε έναν αχανή και υδροκεφαλικό Δήμο Ελασσόνος.

Τις δυσκολίες των βουνών τις ξεπεράσαμε. Τώρα μας περιμένουν οι δυσκολίες των πεδιάδων’ (Μπέρτολτ Μπρεχτ)

Ωστόσο η ευκαιρία αυτή χάθηκε πλέον. Ο γράφων δεν είναι γνώστης των συνεννοήσεων και διαβουλεύσεων μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών. Είναι όμως γνώστης της νωχέλειας που εμφάνισαν τα μέρη αυτά, ακόμη και στο επίπεδο της ενημέρωσης των κατοίκων τους, της δημοσιοποίησης της θέλησής τους και της πίεσης που άσκησαν για την επίτευξή του (εάν υπήρξε πραγματική συναίνεση μεταξύ τους και ανάλογη βούληση). Στο Λιβάδι πάντως, πλην της συγκέντρωσης η οποία κατέληξε στην προαναφερθείσα απόφαση περί παραμονής του στο σημερινό καθεστώς, δεν υπήρξε κάποια άλλη κινητοποίηση, έστω και ήπιας μορφής, για τη δημιουργία 2ου ορεινού Δήμου στην επαρχία Ελασσόνας. Δεν κινητοποιήθηκαν οι σύλλογοι των απανταχού Λιβαδιωτών, δεν έγιναν πλατειές συσκέψεις με τη συμμετοχή ανθρώπων που θα μπορούσαν να στηρίξουν την προσπάθεια, δεν έγιναν μαζικές παραστάσεις, τα μέσα ενημέρωσης δεν ενοχλήθηκαν. Υπήρξε μία μοιρολατρική παθητικότητα που αφήνει πολλά περιθώρια διαφόρων αμφιλεγόμενων ερμηνειών.

Ο υποφαινόμενος, μπροστά στο κοσμογονικό κύμα του Καλλικράτη, είχε από καιρού δηλώσει ότι η φιλάρεσκη αυτάρκεια του Λιβαδίου και η εσωστρέφειά του θα πρέπει να σταματήσουν και ότι θα πρέπει να ενταχθεί σε νέες διοικητικές δομές, πιο συμπαγείς και πιο εξωστρεφείς. Περίμενε επομένως να δει επί του θέματος, γόνιμες συζητήσεις, συνελεύσεις, ανταλλαγή απόψεων, κινητοποιήσεις, ενημέρωση. Είδε απλώς μια ‘βελούδινη’ αποδοχή της κυβερνητικής επιλογής για την ένταξη στο γιγάντιο και αχανή πλέον Δήμο Ελασσόνας και κάποιες υποτονικές και άσφαιρες μπαταριές, για την τιμή των όπλων, όπως προαναφέρθηκε. Και ως γνωστόν, πυροβολισμοί με άσφαιρα πυρά ρίπτονται συνήθως μετά τον επικήδειο και κατά τη στιγμή της ταφής τιμωμένων προσώπων, προθέσεων, ελπίδων και ιστορικών ευκαιριών.

Δ. Μυστήριο 4ο: Το Μυστήριον του Χρίσματος

Δεν τους κοιτάζεις, αλλά είναι εκεί. Στέκονται... όρθιοι... χωρίς πρόσωπα.

(Έλσα Κορνέτη : ‘Η ομοιομορφία της παραμόρφωσης)’

Για να αλλάξουμε αυτά που δεν αλλάζουν.

Όταν και όποτε η ενασχόληση με την αυτοδιοίκηση υπακούει σε σκοπιμότητες προσωπικών φιλοδοξιών και προτεραιότητες κομματικών θριάμβων, τότε η θητεία της δημοτικής αρχής καθίσταται ο επιθανάτιος ρόγχος της τοπικής κοινωνίας. Στο υφιστάμενο μέχρι σήμερα σύστημα, ο δήμαρχος -οποιασδήποτε κλίμακας οικισμού, από τα μητροπολιτικά κέντρα έως και τα μικρά μέρη-, οιονεί απόλυτος άρχων, είναι το κεντρικό πρόσωπο της δημοτικής διοίκησης. Πολύ συχνά ο πολλά υποσχόμενος υποψήφιος μετατρέπεται άρδην σε έναν δήμαρχο ανακόλουθο στα στοιχειώδη, ανήμπορο σε νεοτερισμούς και ανίκανο σε εμπνεύσεις. Επαίρεται για τα ελάχιστα, διατυμπανίζει τα αυτονόητα, καυχιέται για τα προφανή. Και όταν προκύπτουν δυσκολίες, τότε πάντοτε ευθύνονται οι τρίτοι (υπουργείο, νομάρχης, περιφερειάρχης, δασάρχης), αλλά ποτέ ο δήμαρχος.

Οι Δήμοι και η διαχείρισή τους μπορεί να γίνουν πολύ απλή υπόθεση. Αρκεί ο επικεφαλής δήμαρχος να διαθέτει νουν και φαντασία, να επιλέγει συνεργάτες με γνώμονα τη δουλειά που πρέπει να γίνει κι όχι με κριτήριο την ισορροπία ανάμεσα στα κόμματα και την αρμονία με τις οικογενειοκρατικές παραδόσεις. Να θεωρεί ανάσα ζωής την επικοινωνία με τους πολίτες, όχι διαδικασία εξαπάτησης με στόχο την ικανοποίηση της φιλαρέσκειάς του. Να δραπετεύει από τα στερεότυπα που προκαλούν ανείπωτη μελαγχολία και συσσωρευμένη ανία, να δρασκελίζει το άγνωστο, να προσεγγίζει το θεωρούμενο ανέφικτο, να έχει όραμα.

Μνοι γρ τν τε μηδν τν δε μετχοντα οκ πργμονα, λλ' χρεον νομζομεν

Γιατί είμαστε ο μόνος λαός που αυτόν που δε μετέχει στα κοινά δεν τον θεωρούμε φιλήσυχο αλλά άχρηστο

(Περικλής - Από τον Επιτάφιο)

Με δεδομένη πλέον την ‘Ελασσονοποίηση’ του Δήμου Λιβαδίου, δεν μένει τίποτε άλλο πλέον, παρά να βρεθεί ένα σχήμα αντιμετώπισης των προβλημάτων που θα προκύψουν με τα νέα νομοθετικά δεδομένα. Ο αείμνηστος Δήμος Λιβαδίου -Λιβάδι και Δολίχη-, θα πρέπει να καθίσει και να μελετήσει τρόπους, ώστε η ένταξή του στο νέο αυτοδιοικητικό πλαίσιο να γίνει αφ’ ενός με τον πλέον ανώδυνο τρόπο, αφ’ ετέρου να διεκδικήσει δυναμικά το ρόλο του -και κάτι παραπάνω- μέσα στην ασάφεια του νέου διοικητικού σχήματος.

Αυτό σημαίνει κατ’ αρχάς, ότι στις επικείμενες εκλογές του Νοεμβρίου 2010, όπου δικαιούται να εκλέξει 4 δημοτικούς συμβούλους στους 41 συνολικά, η κοινωνία του Λιβαδίου θα πρέπει να ξεχάσει τις μέχρι τώρα εκλογικές της συμπεριφορές, όπου κυρίαρχες παράμετροι εκλογιμότητας ήταν το σόϊ και η κομματική ταυτότητα. Θα πρέπει να δώσει το χρίσμα σε πρόσωπα ικανά, πρόσωπα με επαρκείς γνώσεις και διάθεση συμμετοχής, πρόσωπα με άποψη και κρίση, που δεν θα υποκύπτουν σε γραμμές δοσμένες άνωθεν, πρόσωπα με ‘Σφραγίδα Δωρεάς Πνεύματος Προσφοράς’ (παραφράζοντας την ανάλογη ρήση του Μυστηρίου) και όχι Πρόσωπα-Σφραγίδες, τυπικούς μεταφορείς ή διεκπεραιωτές μικροκομματικών γραμμών και αντιλήψεων.

Σε μία κοινωνία όπως αυτή της Ελλάδας, το σύνηθες είναι για κάθε θέση εξουσίας, να δίδεται το χρίσμα σε κομματικά πρόσωπα ή σε πρόσωπα με τηλεοπτική ή άλλης μορφής αναγνωρισιμότητα, ανεξάρτητα από την επάρκειά τους ή μη ως προς τη θέση και το ρόλο που καλούνται να παίξουν. Είναι προφανές ότι είναι αδύνατο να εκλεγεί στην παρούσα φάση δήμαρχος Ελασσόνος Λιβαδιώτης, ή έστω Λιβαδιώτης της διασποράς, δεδομένων των νέων συνθηκών. Θα μπορούσε όμως η τοπική κοινωνία να απαιτήσει μία θέση Αντιδημάρχου, από τις 7 συνολικά προβλεπόμενες θέσεις (ο υποφαινόμενος διαισθάνεται ότι πιθανόν να έχει συμφωνηθεί υπογείως κάτι τέτοιο με κάποιους παράγοντες του Λιβαδίου). Σημαντικό ρόλο (τουλάχιστον στα χαρτιά) φαίνεται να παίζει και η εκλογή του 5μελούς συμβουλίου της δημοτικής κοινότητας και του προέδρου της. Εκεί, κατά τον γράφοντα, θα μπορεί η τοπική κοινωνία να εκτονώσει τα εκλογικά της αισθήματα, με βάση τις παλιές καλές συνήθειες (σόγια, φιλίες, δεσμεύσεις, κουμπαριές κλπ.).

Επομένως, θα πρέπει σύσσωμη η τοπική κοινωνία να επανεξετάσει τις μέχρι σήμερα εκλογικές τις νοοτροπίες. Από την άλλη πλευρά, είναι επίσης αναγκαίο, όλοι οι φορείς του Λιβαδίου, να προκρίνουν και να δώσουν το χρίσμα σε συμπατριώτες που έχουν όλα τα εχέγγυα να υπερασπιστούν τα συμφέροντα του χωριού, ανεξάρτητα από αγκυλώσεις κάθε τύπου. Αυτό ακούγεται ως ευχή και είναι, αλλά οι ευχές, όσο μεταφυσικές κι αν ακούγονται, καμιά φορά πιάνουν, έστω και εις πείσμα του ορθολογισμού.

Επίσης, σημαντικό ρόλο μπορούν να παίξουν -με τη μορφή του μοχλού πίεσης- οι τοπικοί Σύλλογοι των Λιβαδιωτών. Ο γράφων επαναφέρει την αραχνιασμένη του πλέον πρόταση περί της δημιουργίας Δευτεροβάθμιας Ομοσπονδίας των Απανταχού Λιβαδιωτών (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Κατερίνη, Λιβάδι, Λάρισα, Αμερική, Αυστραλία, Γερμανία κλπ.), η οποία με τη μορφή της Εταιρείας μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, θα μπορούσε θεσμοθετημένα πλέον (βάσει του νέου νόμου που το προβλέπει) να διαμορφώνει και να προτείνει απόψεις και θέσεις ή και να ελέγχει ακόμη -κατά ζήτημα- το νέο Δημοτικό και Περιφερειακό Συμβούλιο.

Η ιστορία κατέγραψε στα 12 χρόνια της Καποδιστριακής περιόδου τρεις Δημάρχους Λιβαδίου, τον Ν.-Α. Καψάλη, τον Ι. Γκούμα και τον Γ. Γαλάνη. Ο καθένας μας έχει τις απόψεις του, σεβαστές σε όλους και από όλους, για την επάρκειά και το μέγεθος της συμμετοχής τους στην προώθηση των συμφερόντων και της ανάπτυξης του τέως Δήμου. Η ιστορία του μέλλοντος, ας καταγράψει ονόματα που θα αποτυπώσουν θετικά την παρουσία τους στο νέο διοικητικό σχήμα, για τους αγώνες τους προς υπεράσπιση των συμφερόντων του τόπου. Όσο πιο γρήγορα αντιληφθεί η τοπική κοινωνία ότι θα πρέπει να εκπροσωπείται στο νέο πολύμορφο δημοτικό συμβούλιο Ελασσόνος με μία τετράδα και όχι με τέσσερις μονάδες, τόσο καλύτερα και ομαλότερα θα είναι τα πράγματα για το Λιβάδι. Αμήν.

Ε. Μυστήριο 5ο (4+1): Το Μυστήριον ενός Καλλικράτους άνευ Περικλέους.

Απ’ αυτές τις πολιτείες θ’ απομείνει εκείνος που διάβηκε από μέσα τους: Ο άνεμος

(Μπέρτολτ Μπρεχτ)

Ο γράφων δεν διέπεται από κάποια μηδενιστική λογική, ούτε έχει προθέσεις ισοπέδωσης των πάντων. Μάλιστα είναι αθεράπευτα αισιόδοξος και ενθουσιάζεται με κάθε τι το νέο, το καινοτόμο, το ρηξικέλευθο, ακόμη και το ουτοπικό. Τον γοήτευε και συνεχίζει να τον γοητεύει κάθε προσπάθεια που στοχεύει στη βελτίωση της ποιότητας της ζωής μας. Απλώς έχει συνηθίσει να αξιολογεί τα δεδομένα με κάποιους σημειολογικούς και σημασιολογικούς κώδικες, προϊόντα σπουδών και πείρας και να τα πλέκει με μία ορμέμφυτη διαίσθηση αγνώστου προελεύσεως, με αποτέλεσμα να βγάζει κάποια συμπεράσματα, άλλοτε σωστά και άλλοτε λάθος.

Το θέμα του νέου νόμου 3852/2010 (Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης - Πρόγραμμα Καλλικράτης), όπως και κάθε νέου νομοθετήματος, θεωρητικά αποσκοπεί σε μία μορφή ανασυγκρότησης της περιφερειακής και αυτοδιοικητικής δομής του κράτους. Αλλά τελικά απεδείχθη ότι ήταν επιταγή της τρόϊκας και θεσπίστηκε με βασικό κίνητρο την εξοικονόμηση χρημάτων, όπως προαναφέρθηκε. Επομένως θα μπορούσε να πει κανείς ότι εντάσσεται στο πρόγραμμα των περικοπών λόγω ΔΝΤ, που κομψά βαφτίστηκαν μεταρρυθμίσεις. ‘Ο Καλλικράτης εναρμονίζεται με τη συνθήκη της Λισσαβόνας (2009), έχει ελεγχθεί από το ΔΝΤ και είναι αναπόσπαστο κομμάτι του προγράμματος σταθερότητας και ανάπτυξης’, όπως δήλωσε ο αρμόδιος υπουργός κος Ραγκούσης.

‘Μπογιατισμένα όνειρα σε φόντο ασβεστωμένο, το επίδομα ψευδαίσθησης κι αυτό είναι κομμένο.

Δάνεια ελπίδας προσπαθούν οι αλήθειες να μας δώσουν, αυτές που τις κατάκλεψαν δήθεν για να μας σώσουν’.

(Βίκτωρ-Ιωάννης Νεφέλης - 15σύλλαβο καρίκωμα μιάς ανιαρής ζωής)

Επειδή είναι πολύ πρόσφατη η ανασυγκρότηση του 1998 - Πρόγραμμα Καποδίστριας (‘Η δύναμη των πολλών γίνεται Δύναμη όλων μας’, όπως τιτλοφορούσε το ίδιο Υπουργείο, της ίδιας κυβέρνησης πριν 12 χρόνια, την ίδια προσπάθεια ανασυγκρότησης), ο υποφαινόμενος διατηρεί τις επιφυλάξεις του ως προς τη σχέση προθέσεων και αποτελέσματος. Αν μάλιστα κρίνει και συγκρίνει κανείς τα κείμενα και των δύο διακηρύξεων (‘Καποδίστρια’ και ‘Καλλικράτη’), πράξη σχεδόν ηρωική, διακρίνει ταυτόσημες έννοιες και προθέσεις, οι οποίες εμφανίζουν μόνον γλωσσικές διαφοροποιήσεις, πιστοποιώντας τη διαχρονική μετεξέλιξη του επίσημου κρατικού ξύλινου λόγου. Επιγραμματικά μόνον αναφέρουμε ότι και ο Καποδίστριας ευαγγελίζονταν: ‘Συνδυασμό των αρχών της δημοκρατικότητας και της αποτελεσματικότητας, συντονισμένη εφαρμογή νομικών ρυθμίσεων και αναπτυξιακών μέτρων, αναπτυξιακή ενδοδημοτική ισορροπία, κατοχύρωση της ενδοδημοτικής αποκέντρωσης των δημοσίων επενδύσεων, εξασφάλιση της ευρύτερης δυνατής πολιτικής και κοινωνικής συναίνεσης, παροχή υπηρεσιών ισοδύναμης αποτελεσματικότητας στους κατοίκους των πόλεων και των χωριών και επομένως εκσυγχρονισμό του διοικητικού μας συστήματος, διαφάνεια στη διαχείριση των πόρων και κοινωνικό έλεγχο της τοπικής εξουσίας, που οδηγούν στην εξασφάλιση της νομιμότητας και της προστασίας των πολιτών’ κλπ. Και όλα αυτά τα όμορφα, τελείωσαν μέσα σε 12 χρόνια, μια που ο Καποδίστριας μας άφησε χρόνους.

Η ζωή πάντως θα δείξει εάν και κατά πόσον το πρόγραμμα ‘Καλλικράτης’ θα μπορέσει να επιφέρει στον τόπο και στους κατοίκους του τα όσα γοητευτικά και κομψά υπόσχεται η εισηγητική έκθεση του Υπουργείου και ότι αυτά δεν είναι απλώς μεγαλόστομες διακηρύξεις, όπως συνέβη και με τον καταργηθέντα Καποδίστρια. Ευχή και ελπίδα πάντως είναι το Λιβάδι να οργανωθεί και να υποστεί όσο το δυνατόν μικρότερες ζημίες (η υποβάθμιση του Λυκείου Λιβαδίου είναι ήδη ένα καμπανάκι κινδύνου), ή έστω να αποκομίσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερα οφέλη από την εφαρμογή του.

Ο Περικλής (495-377π.Χ.), ο δημιουργός του Χρυσού Αιώνα της Αθήνας (γνωστού και ως Χρυσός Αιώνας του Περικλέους), σημάδεψε με την παρουσία του την εποχή του και έφερε την Αθήνα στην κορυφή της ιστορίας του κόσμου. Κατέστησε την πόλη αυτάρκη για πόλεμο και ειρήνη. Στερέωσε το δημοκρατικό πολίτευμα και διοχέτευσε τη δημοκρατία στη λαϊκή βάση, ενίσχυσε τη συμμετοχή στα Κοινά και των ασθενέστερων οικονομικά τάξεων, μοίρασε γη στους ακτήμονες και στήριξε έντονα την παιδεία και τις τέχνες. Θεωρούσε την τέχνη ως πραγματική ψυχαγωγία, δηλαδή ως αγωγή της ψυχής, στοιχείο απαραίτητο για την εκπαίδευση και διαμόρφωση ολοκληρωμένων ανθρώπων. Επέβαλε την υποχρεωτική χορηγία στις 120 πιο εύπορες οικογένειες της πόλης για την ανάπτυξη των τεχνών. Χρηματοδότησε με τεράστια ποσά έργα τέτοιας εμβέλειας, που έμειναν στην ιστορία και έκανε την Αθήνα παγκόσμια πόλη του πνεύματος και της τέχνης. Ανοικοδόμησε τους ναούς και τα ιερά που είχαν καταστραφεί από τους Πέρσες και κυρίως τον Παρθενώνα, αναθέτοντας στους Φειδία, Ικτίνο, Καλλικράτη και Μνησικλή το σύνολο των έργων της Ακρόπολης. Χάρις σ’ αυτόν και τις επιλογές του, θαυμάζει σήμερα όλος ο κόσμος αυτά τα αριστουργήματα της αρχιτεκτονικής και της γλυπτικής.

Λογικό είναι επομένως, κάθε σύγχρονος πολιτικός που σέβεται τον εαυτό του, να αντλεί από την εποχή του Χρυσού Αιώνα στοιχεία που θα τον βοηθήσουν στην επικοινωνιακή του πολιτική και στις ατάκες που χρησιμοποιεί για να επιβάλλει τις θέσεις του. ‘Νέοι Παρθενώνες’-στρατόπεδα συγκεντρώσεως πολιτικών κρατουμένων-, Ιεροί Βράχοι, Προπύλαια, Καρυάτιδες, χρησιμοποιούνται συχνά στη ρύμη του πολιτικού λόγου.

Σχεδόν αναπόφευκτη επομένως η ονομασία του προγράμματος με όνομα της εποχής του Χρυσού Αιώνα. Αλλά Καλλικράτης χωρίς Ικτίνο, παραπέμπει κυρίως στα Μακρά Τείχη, δείγμα περιχαράκωσης και όχι διάχυσης στην κοινωνία των ευγενών ιδεών και προθέσεων που ευαγγελίζεται το πρόγραμμα. Υπάρχει ο δικαιολογημένος φόβος, ότι αφού ο Καλλικράτης έρχεται μόνος του και χωρίς την παρέα του Ικτίνου, δεν έρχεται να οικοδομήσει Παρθενώνες στο τοπίο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αλλά πιθανόν νέα Μακρά Τείχη.

Αναζητείται Περικλής λοιπόν. ‘Να καταστήσει την πόλη αυτάρκη για πόλεμο και ειρήνη’. Να πλαισιώσει τον Ικτίνο και τον Φειδία με τον Καλλικράτη. Να διώξει τη διαχειριστική μικροπολιτική μιζέρια από τη ζωή μας. Να απομακρύνει τη μελαγχολία που κινδυνεύει να γίνει τρόπος ζωής. Να δώσει όραμα σε Διοίκηση και Αυτοδιοίκηση. Να εμπνεύσει τους πολίτες και τη νέα γενιά. Να εμφυσήσει ελπίδα και να σκουπίσει το γκρίζο από το θλιμμένο βλέμμα της καθημερινότητάς μας.

Ο ευρών αμειφθήσεται.

----------------------------------------------------------------------------------------

Υ.Γ. Για τα ιστορικά στοιχεία, καθώς και για άλλες συναφείς πληροφορίες, πολύτιμος αρωγός υπήρξε το διαδίκτυο, μέσω της μηχανής αναζήτησης του Google

Σάββατο 2 Οκτωβρίου 2010

Οι καιροί, ο τόπος και οι άνθρωποι. Οδοιπορικό στο Λιβάδι Ολύμπου

Του Γιώργου Συνεφάκη

Προέδρου του Συλλόγου Λιβαδιωτών Θεσσαλονίκης ‘Ο Γεωργάκης Ολύμπιος’

Η μνήμη δεν έχει ωράρια

Οι άνθρωποι είναι οι μνήμες τους. Α-λήθεια είναι η μη λήθη, δηλαδή η μνήμη μας. Ζούμε σε περίεργες εποχές, όπου η μνήμη τείνει να θεωρηθεί ως κοινωνικό και πολιτικό μειονέκτημα, ενώ η αμνησία χρησιμοποιείται ως υπόστρωμα για διεργασίες επιβολής και εδραίωσης μιάς νέας τάξης πραγμάτων. Ζούμε μέρες όπου μας θέλουν αμνήμονες, θέλουν στο μυαλό μας να αποτυπώνεται μόνο το εφήμερο, το εύπεπτο, το άκριτο, το εμπορεύσιμο, το αναλώσιμο. Πολλές φορές διαπιστώνουμε πως έχουμε γίνει ακτήμονες της μνήμης μας, άφωνοι θεατές με φτιασιδωμένα τα όνειρά μας, Οιδίποδες ενός αρχαίου κλέους, κόλακες και μύστες μιας αρχαίας φήμης της πατρίδας μας. Ζούμε σε μια εποχή όπου δυστυχώς διαταράχθηκε η ταυτότητά μας. Αποτινάξαμε τη νοικοκυρεμένη ζωή, παραχαράξαμε τα σύμβολα, χειροκροτήσαμε και επευφημήσαμε την τηλεοπτική δημοκρατία και αναπόφευκτα απωλέσαμε κάτι πολύτιμο: τη γοητεία και τελικά την ευτυχία του λιτού και απέριττου.

Οι μνήμες μας πλέον είναι μια μορφή αντίστασης κατά του ευτελούς, του υπερφίαλου. Ουσιαστικά είναι μορφή αντίστασης κατά του ανήθικου. Οι μνήμες μας επομένως είναι τα αντισώματά μας στην ασθένεια της μεταπρατικής λογικής των πραγμάτων, είναι τα τιμαλφή της ιστορίας μας, είναι η γνώση μας, είναι τελικά οι αλήθειες μας.

Ο Σύλλογος Λιβαδιωτών Θεσσαλονίκης ‘Ο Γεωργάκης Ολύμπιος’, με τα 102 χρόνια ζωής (έτος ιδρύσεως το 1908) και τους χιλιάδες ανθρώπους που πέρασαν από τις γραμμές του, έχει αποκτήσει πλέον μία συλλογική μνήμη, που έχουμε όλοι μας την υποχρέωση και να την διαφυλάξουμε και να την μεταδώσουμε στους νεότερους.

Εξέχουσα μορφή και προσωπικότητα του Συλλόγου μας, ο Κώστας Προκόβας, μας το θυμίζει αυτό με την στεντόρεια και αρμονική φωνή της σεμνότητάς του και με την αστείρευτη πέννα του, καταθέτοντας τις δικές του μνήμες ως σπονδή στο βωμό της κοινωνικής μας συνείδησης, διεγείροντάς την και κρατώντας την άγρυπνη με απαράμιλλο τρόπο. Με το νέο του βιβλίο Οι καιροί, ο τόπος και οι άνθρωποι. Οδοιπορικό στο Λιβάδι Ολύμπου - Ιστορία, Παιδεία, Παράδοση, Λαϊκός Πολιτισμός, Πρόσωπα και μνήμες’, ο Κώστας Προκόβας καθίσταται κοινωνός της ράθυμης πολλές φορές αυτογνωσίας μας, ταράζει τα νερά της κοινωνικής μας ραστώνης και ευαισθησίας και απομακρύνει τρυφερά τα στρώματα της όποιας σκουριάς έχει επικαθήσει επάνω στις μνήμες των παιδικών μας χρόνων

Ο Κώστας Προκόβας, το παιδί της Μνημοσύνης, προσπάθησε ‘να αφουγκραστεί τον παλμό της γενέθλιας γης: τη ζωή των ανθρώπων, τις ιστορίες τους, τη γλώσσα, τους μύθους, τις παραδόσεις, τα πνευματικά δημιουργήματα της λαϊκής ψυχής, την πολιτιστική ζωή, το μορφωτικό και παιδαγωγικό κλίμα μιας μεγάλης κοινότητας. Και ήταν οι καιροί τότε φορτωμένοι με χαλασμούς, ανθρωποθυσίες, αγωνίες και έγνοιες πολλές’, όπως λέει στον πρόλογό του. Επιστρέφει με το γλαφυρό του αυτό πόνημα για μια ακόμη φορά -μετά τα ‘Παιδιά της Μνημοσύνης’ και το ‘Λεξικό της Κουτσοβλάχικής του Λιβαδίου Ολύμπου’- τα τροφεία στον τόπο του, το Λιβάδι του Ολύμπου, έναν μικρόκοσμο 3.000 μονίμων κατοίκων, σκαρφαλωμένο εδώ και τουλάχιστον 9 αιώνες στα 1.200 μέτρα της οροσειράς του Ολύμπου, που θωρεί από ψηλά την αρχαία Τριπολίτιδα όπου εκτεινόταν η Περραιβική Δωδώνη και ο οποίος ευωδιάζει ιστορία.

Σε κάθε μικρό και απομονωμένο μέρος της περιφέρειας της Ελλάδας, οι κάτοικοι διατηρούσαν εν πολλοίς μια ταυτότητα, δηλαδή κάτι που αφορά τη συμπεριφορά, τα ήθη και τα έθιμα, ένα ιστορικό απαύγασμα ψυχής. Εδώ και κάποια χρόνια, έχει αρχίσει μία αντίστροφη μέτρηση. Καταγράφονται, αναπόφευκτα ίσως, συμπεριφορές που τείνουν να δημιουργήσουν μονοσήμαντες μικρογραφίες των ατόμων των πόλεων. Το Λιβάδι και οι ντόπιοι που μένουν εκεί, ανθίστανται όσο είναι εφικτό και ευτυχώς η μετάλλαξη αυτή δεν έχει πάρει ραγδαίες διαστάσεις. Ως ανάχωμα σ’ αυτές τις τάσεις ομογενοποιημένης και σαν φασόν τυποποιημένης κοινωνικής εμφάνισης, λειτουργούν οι μνήμες του τόπου, ως αξίες διαχρονικές και όχι ως μιμητικές αναπαραστάσεις και κακόγουστες νεκραναστάσεις φολκλορικής εμπνεύσεως. Και εδώ έγκειται η μεγάλη και ανεκτίμητη πολιτιστική και πολιτισμική προσφορά των βιβλίων του Κώστα Προκόβα. Συμβάλλουν τα μέγιστα, ως τέτοιας μορφής αναχώματα, σε όσους κατανοούν τους κινδύνους και ενδιαφέρονται να αντισταθούν στη λεγόμενη «εξέλιξη». Δημιουργούν πλεονάσματα συλλογικότητας σε μία εποχή όπου παλεύουμε πλέον δίχως πυξίδες, ναυαγοί πάνω σε πολιτιστικές ξέρες και συλλέκτες επετείων, έχοντας όλοι μας αποστασιοποιηθεί από τα κοινά εξ αιτίας του χύδην καταναλωτικού ευδαιμονισμού και αναζητώντας εναγωνίως νέους ορισμούς της χαράς και της αναψυχής.

Ο Κώστας Προκόβας, ο γλαφυρός αυτός μάστορας του πνεύματος, στο βιβλίο του αυτό παραθέτει ακτινογραφικά τα πορίσματα και τα στοιχεία της έρευνάς του για το Λιβάδι και τους ανθρώπους του. Λαξεύει στο χαρτί τις μνήμες και τα όνειρά του, με τρόπο ευθύ, καθαρό και ανεξίτηλο. Δημιουργεί μία αέναη ροή πολιτιστικής ιστορίας, ένα συνεχές ιστορικό αποτύπωμα, που θα κληρονομήσουν ως παρακαταθήκη οι νεότεροι. Παράγει και διαθέτει πολύτιμη βιβλιογραφία για τους επόμενους, ενημερώνει, ευαισθητοποιεί και μαλάζει απαλά τις ψυχές μας με τρυφεράδα.

Ο Κώστας Προκόβας προσθέτει -για μία ακόμη φορά- μια πανέμορφη ψηφίδα στο απέραντο ψηφιδωτό που συνθέτει εδώ και χρόνια, χρησιμοποιώντας ως πρωτογενή υλικά την ιστορία, τη γλώσσα, την παιδεία και το λαϊκό πολιτισμό του Λιβαδίου. Ο Κώστας Προκόβας με τη γραφίδα του, φύτεψε έναν ακόμη πλάτανο κάτω από τη δυτική σκιά του Μύτικα.

Ο Καβάφης στο ποίημά του ‘Η πόλις’ έγραφε μεταξύ άλλων το 1910:

Είπες· «Θα πάγω σ' άλλη γή, θα πάγω σ' άλλη θάλασσα,

Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη από αυτή………….

Και καταλήγει :

Καινούργιους τόπους δεν θα βρούμε, δε θα βρούμε άλλες θάλασσες.

Η πόλις θα μας ακολουθεί.

Στους δρόμους θα γυρνάμε τους ίδιους.

Ο Κώστας Προκόβας, έναν αιώνα μετά, πιστοποιεί επακριβώς τη διαχρονική αξία των καβαφικών στίχων. Η πόλη του τον ακολουθεί κι αυτός την φωτογραφίζει με ασπρόμαυρες λέξεις, την τομογραφεί με ποιητικό λόγο και μας παραδίδει μια γραπτή φωτεινή εικόνα, για να θυμηθούμε, να μάθουμε και να γνωρίζουμε πλέον, την ιστορία ενός τόπου, την ιστορία μιάς ζωής, μια ιστορία εκτός επισήμων καναλιών και εκτός των λεγομένων ‘διαδραστικών μορφωτικών οσμώσεων και συνεργειών’. Μας παραδίδει μια ψηφίδα μιας άλλης Ελλάδας, μιάς Ελλάδας πονεμένης αλλά τρυφερής, μιας πατρίδας που η έννοιά της όλο και ξεθωριάζει στη σημερινή εποχή. Και σε μια εποχή άκρατης λεξιπενίας, όπου ακούμε διαρκώς ψαλμούς αφωνίας ή παιάνες ξύλινης γλώσσας, σε μια εποχή όπου η γλώσσα θρυμματίζεται από μοδάτες, κολοβές και ξενόφερτες λέξεις και εκφράσεις πολιτικών, τηλεπαρουσιαστών και τεχνοκρατών, έρχεται ο Κώστας Προκόβας με τον κοφτό και δωρικό του λόγο να μας επαναφέρει στην τάξη της σωστής γραφής και της υψηλού αισθητικού επιπέδου εκφοράς του λόγου.

Ίσως η ανάγνωση και η μελέτη των βιβλίων του Προκόβα, να είναι η πραγματική έννοια της διά βίου μάθησης και όχι οι επικοινωνιακές τηλεοπτικές και όχι μόνον φραστικές πιρουέττες του συρμού που μας κατακλύζουν πανταχόθεν, κάνοντας τον βίο μας διά βίου αβίωτο.

Αυτονόητη επομένως, ως ελάχιστη ανταπόκριση και ανταπόδοση στην πνευματική προσφορά του Κώστα Προκόβα, η υποχρέωσή του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου μας, όχι μόνο να αποδεχθεί, ευγνωμονώντας, τη ευγενή δωρεά των δικαιωμάτων του όμορφου αυτού πονήματος, όπως και του άλλου, αλλά να προστρέξει στην έκδοσή του, μία έκδοση που ελπίζουμε να κοσμήσει τις βιβλιοθήκες όλων μας, των μελών και των φίλων του Συλλόγου μας, όπως και των δημοτικών, κρατικών και ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών.

Εμείς οι 7 άνθρωποι του Δ.Σ. που την περίοδο αυτή χειριζόμαστε τις τύχες του Συλλόγου μας, με αυτά τα φτωχά και πεζά λόγια και εκφράζοντας όλα τα μέλη και τους φίλους μας, ευχαριστούμε από καρδιάς τον συγγραφέα Κώστα Προκόβα, π. Διευθυντή του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη του Α.Π.Θ., τον Δάσκαλο με το Δ κεφαλαίο Κώστα Προκόβα, τον Πατριώτη με το Π κεφαλαίο Κώστα Προκόβα, για την ανεκτίμητη προσφορά του σε όλους εμάς, στο Λιβάδι μας και στην πατρίδα μας.